Αφού είδαν ότι πέρασαν χωρίς να ανοίξει ρουθούνι η αύξηση των δημοτικών τελών και θα μαζέψουν 4 εκ ευρώ για να τα βάλουν στο άδειο ταμείο του δήμου που έμεινε χωρίς ευρώ γιατί τα έδωσαν σε αναθέσεις και πολιτιστικά ντάμπαρ ντούμπαρ ήρθαν στο χθεσινό συμβούλιο της ΔΕΥΑΚ και αυξάνουν το χαράτσι που έβαλε ο Χρόνης μόλις είχε ανέλαβε την διοίκηση της επιχείριση από 2 ευρώ στα 6 ευρώ. Δεν τα κατάφεραν να πληρώσουν την ΔΕΗ και έρχονται τώρα να μας πουν ότι το διαμάντι του Μουριάδη μπήκε μέσα 800.000 ευρώ και τα ζητάει να τα καλύψει από την έμμεση αύξηση των λογαριασμών.
@ Δέστε πως δικαιολογεί ο Χρόνης αυτή την αύξηση. “Όπως γνωρίζετε, με την υπ’ αριθ. 203/2018 εγκρίθηκε η αναπροσαρμογή της τιμολογιακής πολιτικής σύμφωνα με την ΚΥΑ 135275/22-05-2017. Εν ολίγοις, η παραπάνω ΚΥΑ προ- βλέπει την ανάκτηση του συνολικού κόστους των υπηρεσιών ύδατος με κριτήρια τιμολόγησης κλιμακωτά, τόσο για το νερό που είναι αναγκαίο για την ανθρώπινη διαβίωση, όσο και για τις υψηλές καταναλώσεις για την αποτροπή της σπατάλης του, ενώ περιέχει και πρόνοιες για ευπαθείς ομάδες πληθυσμού και αυτά στα πλαίσια του γενικότερου κανόνα της ανταποδοτικότητας των υπηρεσιών.
Η παραπάνω απόφαση στα βασικά της στοιχεία ισχύει μέχρι σήμερα με ελάχιστες τρο-
ποποιήσεις καθώς εμπλουτίστηκε με την 43/2020 απόφαση, σχετικά με τον τρόπο διενέργειας διακανονισμών οφειλών, την 44/2020 απόφαση, σχετικά με την διαμόρφωση των κοινωνικών τιμολογίων και την 281/2020 απόφαση, με την οποία ενσωματώθηκε τέλος σύμφωναμε το άρθρο 10 του ν.4483/17 ύψους 1,00 € / μήνα.
Με το εν λόγω τιμολόγιο σε γενικές γραμμές ικανοποιούνταν οι απαιτήσεις περί ανάκτησης κόστους μέσω του κανόνα της ανταποδοτικότητας. Σ’ αυτό συνέβαλε και η σταθερότητα των επί μέρους στοιχείων του κόστους, ενώ κάποια (π.χ. μισθολογικό) παρουσίαζαν και φθίνουσα πορεία καθώς οι αποχωρήσεις από την εργασία δεν είχαν τον ίδιο βαθμό αναπλήρωσής τους. Με αυτά τα δεδομένα μπαίνουμε στην περίοδο της πανδημίας και πριν προλάβουν να επουλωθούν τα προβλήματα που άφησε πίσω της, προκύπτει στην ημερήσια διάταξη το ενεργειακό κόστος. Χρονίζον μεν θέμα για τις ΔΕΥΑ, αλλά με διαστάσεις πλέον μη διαχειρίσιμες, καθώς το κόστος του εκτοξεύεται πέραν κάθε λογικής, φτάνοντας σε επίπεδα που για τη εξυπηρέτησή του να απαιτείται το ήμισυ περίπου των λειτουργικών εσόδων του 2022.
Ταυτόχρονα, απειλείται η σταθερότητα που επιδείκνυε το κόστος προμηθειών και υπηρεσιών με αυξήσεις λόγω προβλημάτων εφοδιαστικής αλυσίδας, αυξήσεις οι οποίες παρέμειναν και μετά την εξομάλυνσή των εφοδιαστικών δυσλειτουργιών. Παρά τις έως σήμερα οχλήσεις και αιτήματα εκ μέρους της ΕΔΕΥΑ προς τους αρμόδιους φορείς, να αντιμετωπιστεί το ενεργειακό κόστος των ΔΕΥΑ εντάσσοντάς αυτές στο βιομηχανικό τιμολόγιο επί της ουσίας δεν υπήρξε ανταπόκριση, με αποτέλεσμα την αυξανόμενη επιβάρυνση των ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την Επιχείρηση Ηλεκτρισμού.
Ως ενέργειες αντιμετώπισης των παραπάνω, μεταξύ άλλων, η επιχείρηση συγκρότησε
ένα σχέδιο μείωσης αυτού του κόστους συμπιέζοντας τις ενεργειακές καταναλώσεις μέσω
ενός εκτεταμένου προγράμματος συντηρήσεων και αντικαταστάσεων ηλεκτρομηχανολογικού
εξοπλισμού στις εγκαταστάσεις της, με μετρήσιμα και εντυπωσιακά άμεσα αποτελέσματα
όπου οι επεμβάσεις έχουν ολοκληρωθεί, αλλά και ιδιοπαραγωγής ενέργειας στα πλαίσια της
ενεργειακής αειφορίας, αποθήκευσης-ιδιοκατανάλωσης- διάθεσης κλπ. είτε αυτόνομα, είτε μέσω της συμμετοχής της στην Κοινότητα Ανανεώσιμης Ενέργειας Καβάλας με προσδοκίες
καθοριστικής αντιμετώπισης αυτού του κόστους στο αμέσως επόμενο διάστημα.
Στο χρονικό όμως διάστημα που θα μεσολαβήσει απαιτείται η αντιμετώπιση της διαπιστωμένης αδυναμίας πλήρωσης των κριτηρίων ανάκτησης του κόστους των υπηρεσιών ύδατος, όπως αυτό φάνηκε κατά τη διαδικασία έγκρισης των οικονομικών καταστάσεων έτους 2022, καθώς τα αποτελέσματα χρήσης παρουσίασαν ζημίες της τάξης των 800.000,00 € περί- που, σε σύνολο εξόδων περίπου 9,3 εκατομμυρίων €. Το κενό αυτό λοιπόν οφείλουμε να το καλύψουμε άμεσα, τροποποιώντας εν μέρει την ισχύουσα τιμολογιακή πολιτική, καταργώντας το ειδικό τέλος του αρ. 10 του ν. 4483/17 και ορίζοντας παράλληλα το πάγιο τέλος σε 6 €/μήνα για χρονικό διάστημα ενός χρόνου (3 τετράμηνα), με το υπόλοιπο τιμολόγιο να παραμένει ως έχει.